Για πρώτη φορά από τη λειτουργία της το 2015, η Ancoria Bank Ltd κατέγραψε καθαρά κέρδη το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους. Σύμφωνα με τα μη ελεγμένα οικονομικά αποτελέσματα του τραπεζικού ιδρύματος, τα κέρδη μετά φόρων ανήλθαν σε €0,3 εκατ., έναντι ζημιών μετά φόρων €1 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2020.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της τράπεζας, καταγράφηκε σημαντική αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου με τα συνολικά ακαθάριστα δάνεια να αγγίζουν τα €297 εκατ., σημειώνοντας αύξηση 29% σε ετήσια βάση.
Επίσης, συνεχίζει να παρουσιάζει ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια με τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας (TCR) καθώς και τον Δείκτη Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) στο 18%, υπερβαίνοντας σημαντικά τον Δείκτη Συνολικών Κεφαλαιακών Απαιτήσεων του 15% συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαιακών απαιτήσεων βάσει του Εποπτικού Ελέγχου και Διαδικασίας Αξιολόγησης (SREP).
Η Ancoria Bank επέδειξε ισχυρή πλεονάζουσα ρευστότητα με τις καταθέσεις πελατών να φτάνουν τα €332 εκατ., σημειώνοντας αύξηση της τάξεως του 27% σε ετήσια βάση, με τον Δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) να ανέρχεται στο 362% υπερβαίνοντας κατά πολύ το ελάχιστο εποπτικό όριο του 100%.
Επιπρόσθετα, η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου παρέμεινε εξαιρετική με τον Δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (NPE), όπως αυτά ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών προς συνολικά ακαθάριστα δάνεια, στο 0%.
Η διαχείριση του κόστους λειτουργίας ήταν εξίσου αποτελεσματική με τον Δείκτη Κόστους προς Έσοδα να συνεχίζει την πτωτική του πορεία και να διαμορφώνεται στο 94% σε σύγκριση με 128% που παρουσίαζε στις 30 Ιουνίου 2020.
Παρά τις δύσκολες συνθήκες της αγοράς που προέκυψαν από την πανδημία, η Ancoria Bank συνέχισε τη θετική της ανάπτυξη, παραμένοντας επικεντρωμένη στον στρατηγικό της στόχο να είναι ένας αξιόπιστος χρηματοοικονομικός συνεργάτης στους πελάτες της, κτίζοντας γερές βάσεις για μια μακροχρόνια σχέση.
Επαναπροσδιορίζοντας την τραπεζική πρακτική μέσα από τη συνεχή ανάπτυξη της τεχνολογίας, η Ancoria Bank συνεχίζει την προοδευτική της πορεία έχοντας πάντα ως επίκεντρο τον πελάτη και προτείνοντας ένα υβριδικό μοντέλο, στο οποίο φυσική και ψηφιακή εξυπηρέτηση συνδυάζονται αρμονικά.